4 Νοε 2008

Συναισθηματικό μπότοξ.

Υπάρχει ένα τόσο κακομούτσουνο δευτερόλεπτο που δεν θα το καλούσες με τίποτα επίσκεψη στο σπίτι σου.

Αδιαφορεί προαποφασισμένο.

(Και έρχεται.)

Ακάλεστο ξεακάλεστο και κατά κανόνα τις πιο απρόσμενες ώρες, περνάει (παρέα με την κακόγουστη όρεξή του), κατρακυλάει απ' το καντράν τού φθηνού του seiko, ανοίγει το θλιβερά φαρδύ στόμα του και καταπίνει όσο χρόνο τού καπνίσει (παράδειγμα είκοσι μέρες, τριανταπέντε χρόνια, ή ολόκληρους τρεις μήνες).

Δηλαδή ολόκληρους ανθρώπους.

Πώς φέρεσαι εσύ, τότε, σε ένα τόσο απάνθρωπο δευτερόλεπτο;

Τρέχεις να το προλάβεις υποθέτω.

Το πιάνεις απ' το λαιμό, κλωτσάς από εκδίκηση το ξεχυλωμένο παμφάγο στομάχι του, (να μάθει αυτό), -μα τι νόημα έχει; Μόλις πέρασε. Πάει. Χώνεψέ το.

Αυτά τα δευτερόλεπτα ένα δευτερόλεπτο πριν έρθουν δεν είχαν έρθει, και μόλις έχουν περάσει έχουν μόλις περάσει -γι' αυτό και μόλις έρχονται (και κυρίως μόλις περνάνε) ξενοικιάζεται η λογική.

Το να εξαφανιστεί μια ολόκληρη ηλικία μέσα σε ένα δευτερόλεπτο (γιατί έτσι μοιάζει όταν φεύγει κάποιος μέσα σ'ένα τσαφ -σαν να καταργούνται ξαφνικά κάποιες ηλικίες) είναι μια πληροφορία τόσο ακραία και τόσο παράταιρη που δεν ξέρεις σε ποιο ράφι της λογικής να την ακουμπήσεις, όταν στην πασάρουν.

"Τι εννοείτε δεν υπάρχει πια; "

"Μα αφού υπήρχε."

"Δεν το χωράει το μυαλό μου" σκέφτεσαι.

(Τι παράλογα ανάποδο ο μεγαλύτερος πια χώρος να μη χωράει λιγότερα, κι εκεί που πριν χωρούσε άνετα 15 ανθρώπους ξαφνικά να καλείται να χωρέσει 14 -κι όμως να αδυνατεί).

Τι κακόγουστα ανάποδο η απουσία να πιάνει μεγαλύτερο χώρο στο μυαλό απ' την παρουσία.

ΥΓ1
Δεν θυμάμαι να έχω ακούσει ποτέ πιο τραγική είδηση από τον ατυχή θάνατο ενός μωρού λίγων μηνών.

ΥΓ2
Νιώθω πως είναι πραγματικά θηριώδης ντροπή να προσπαθείς να κάνεις εικόνα τα πρόσωπα των τραγικών γονιών -πώς άλλωστε να συμπαρασταθείς σε δυο αόρατους, ποια στενόχωρη σκέψη σου να προσποιηθεί ότι χωράει το ογκώδες, το αυθεντικό, το πηχτό τίποτα;

Η λύπη που αυτόματα νιώθεις είναι σπασμωδική (ρίχνει κλωτσιές εδώ κι εκεί), και γελοία: δεν έχεις το δικαίωμα να λυπηθείς, (ποιος νομίζεις ότι είσαι εσύ για να λυπάσαι ρε γελοίε ζωντανέ ενήλικε;), δεν έχεις το δικαίωμα να στερήσεις ούτε ένα δευτερόλεπτο θλίψης από τους ανθρώπους που τα ζουν όλα ανάποδα, φέρνοντας τον κόσμο στο μωρό για τόσο λίγο.

(Υποθέτω, πως μια στιγμή σαν κι αυτή, μια στιγμή που δεν καταργείται απλώς η ηλικία του μωρού αλλά και ολόκληρη η παιδική ηλικία του γονιού, δεν έχεις δικαίωμα να πενθήσεις, εσύ, ο ξένος, ξένα πράγματα -θα ήταν κλοπή.)

ΥΓ3
Ενώ το πιο γελοίο και απαίσιο από όλα είναι πως θα περίμενες αλλιώς να είναι τα πράγματα -αλλιώς στα μάθανε τα μαθηματικά τόσα χρόνια για τις αναλογιές, μικρό το μωρό, μικρό το κακό, μικρούλα η ζωή, μικρούλης ο θάνατος.

(Μικρούλης είσαι και φαίνεσαι.)

ΥΓ4
Μη έχοντας παιδί, νιώθω εκ των πραγμάτων στο περιθώριο της χαράς.

Μη έχοντας παιδί που έφυγε από τη ζωή νιώθω στο πιο βλάσφημο επίκεντρό της.

Πώς να συμπαρασταθώ, πώς να παραστήσω την ψέυτικη μαμά, όπως όταν ήμουν μικρή; Δεν μπορώ -σαν να μίκρυνα κι άλλο. (Πόσο περισσότερο μάλιστα με μικραίνουν -σκέφτομαι- όλες οι λέξεις που τόσο ναρκισσιστικά στήνω πλάι πλάι η άσχετη.)

ΥΓ5
Όταν είναι κάτι πολύ όμορφο δεν τολμάμε να πιστέψουμε ότι είναι αληθινό -μην σπάσει.

("Τι όμορφο", λέμε. "Σαν ψέυτικο." )

Τι να πεις για το πηχτό άσχημο όταν πάνε ανάποδα τα πράγματα;

(Κάτι ανάποδο υποθέτω.)

"Τι άσχημο."

"Σαν αληθινό."

ΥΓ6
Όταν ήμουν μικρή νόμιζα ότι η πλαστική έβγαινε από το πλαστικό -όχι με την έννοια τού "πλάθω", αλλά με την χοντροκομμένη έννοια τού παίρνω ένα πλαστικό βυζί και το κοτσάρω σταυροβελονιά στη θέση τού αληθινού -κι αυτό γίνεται "σαν αληθινό".

ΥΓ7
Λίγο βυζί εδώ, λίγη λεύκανση πιο πάνω, λίγο λίφτινγκ πιο κει -μέχρι και τη φύση μπορείς να διορθώσεις τεχνητά.

Γιατί όχι το συναίσθημα;

ΥΓ8
(Σαν αληθινό θα ήταν.)

ΥΓ9
Τελικά μια χαρά νιώθω.

Μια χαρά πολυέστερ, κοκκαλωμένη -σαν να γύρισε μόλις από συνεδρεία μπότοξ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: