5 Απρ 2010

Ανακεφαλαίωση.

Έχω μια φλόγα
που πυκνώνει
κάθε φορά που περνάς επίσκεψη
από το στόμα μου

Έχω την εικόνα σου
Καθώς κρεμάς τις κόκκινες κούρτινες σου
στο σαλονάκι του στήθους μου
“μη μας δουν οι απέναντι”
και μετά περνάς απέναντι από μέσα μου

Έχω μια φλόγα
Που πασχίζει
να εξατμίσει τον ιδρώτα
που φυτρώνει στις παλάμες μου
–να μην τον δεις και προδοθώ

Έχω ένα μυαλό
στ' αριστερά χαλασμένο,
σαν το δικό σου

(Μια μελαγχολία
Που δουλεύει ρολόι)

Μια σκέψη πως κουράζω τους ανθρώπους

Έχω τις λέξεις σου
για λεξικό

Έχω τις λέξεις σου
για να στολίζω τα μάτια μου

Έχω έναν φόβο
που τον κρατάω νηστικό
κι αυτός με τρώει στα κρυφά:

(Έναν φόβο
πως ούτε θα έρθεις
ούτε θα φύγεις)

Έχω μια υποψία
πως δεν πέρασες ποτέ από κάτω
να δεις αν έχω φως
ή να μου σπάσεις με νεράτζια τα τζάμια

Έχω μια ανησυχία
Πως θα μείνουμε για πάντα
Μόνοι
Μαζί

Μια ανησυχία
πως σύντομα θα ξηλωθείς τόσο
που θα ξυπνήσω το πρωί
θα κοιταχτώ στον καθρέφτη
κι αντί για εσένα θα δω εμένα.-


ΥΓ
Νομίζεις πως φοβάσαι το σκοτάδι μόνο στο υπνοδωμάτιο, το βράδυ, όταν κλείνεις το φως και τα μάτια σου βλέπουν κάτι κόκκινα κυκλάκια και σκεπάζεσαι να φύγουν. (Πως φοβάσαι μην ίσως κάτι είναι εκεί, αόρατο, που σε κοιτάει σε απόσταση αναπνοής ενώ εσύ δεν μπορείς να το δεις.) Αλλά δεν είναι το σκοτάδι. Στον ήλιο μπορείς να το δεις καθαρά -και είναι χίλιες φορές πιο φοβιστικό (να βλέπεις με βεβαιότητα ότι δεν σε κοιτάει κανείς).

1 σχόλιο:

xtina είπε...

για μισόκλεισε το μάτι
και θα δεις ποιός σε κοιτάει
;-)