Ας πούμε προχτές.
Περπατάμε στην Αστόρια, πρώτη μου φορά εγώ -τύπου “γιατί όχι; να δούμε πώς είναι βρε παιδί μου”.
(Αυτό το “βρε παιδί μου” κολλάει στη βαλίτσα σου σαν στρείδι και σε ακολουθεί σε κάθε χώρα –μην τυχόν και ξεχάσεις τη χωμάτινη ελλαδοσύνη σου).
Και βλέπουμε.
Πολύ γκρικ μουζάκα (βρε παιδί μου).
Και πιο κάτω βλέπουμε μια εκκλησία ελληνική: της “Αμώμου Συλλήψεως” λέει (η πινακίς).
“Κοίτα, κοίτα πώς λέγεται η εκκλησία…”, δείχνω εγώ, με σαφώς αιρετική φωνή, στον Δημήτρη, “…της αμώμου συλλήψεως”.
“FUCK!” (Σχολιάζει αυτός τόσο δυνατά που τον ακούνε μέχρι το Άμστερνταμ.)
Και δεν προλαβαίνω να νιώσω να ξεπερνάει το ημιπρόστυχο χαμόγελό μου τα όριά του, και ανοίγουν οι ουρανοί, πρώτα βρέχει μπαλίτσες φωτιάς (να καυτηριαστούν τα πάντα, κατά το όχι και τόσο πασέ οφθαλμός αντί οφθαλμού), κι έπειτα βρέχει αγιασμένο νέρο (να κάνει το ντουζάκι του το άπλυτο χιούμορ μας), και μετά ναι, πλάκα κάνω (μόνο το fuck αληθεύει).
Αλλά πλακαπλάκα, ωραία τα περνάμε στη Νέα Υόρκη.
(Βρε παιδί μου.)
Ασέξουαλ, όπως άθενς.
Και σκέφτομαι.
Τι θράσσος. Τι βλασφήμια (η παρερμηνεία της αμώμου συλλήψεως που κάνουμε καθημερινά έτσι κι αλλιώς): να περιμένουμε όλοι, παγκοσμίως διαπιστώνω, να “γεννήσουμε” τόσο τεμπέλικα, λες και θαύματα γίνονται κάθε μέρα, κάνοντας ντελίβερι έναν γουατέβερ “κρίνο” -χωρίς να γαμηθούμε στην προσπαθεία.
Γιατί, εντάξει, να το δεχτώ. Μια φορά έγινε, έτυχε και πέτυχε (μάλλον). Αλλά το αποκλείω να έγινε για να μας κακομάθει, να μας κάνει να τεμπελιάσουμε. Αν θέλουμε να γεννήσουμε το οτιδήποτε (ανθρώπους, ιδέες, κείμενα, μέλλον, μεσίες, κλπ) πρέπει να βγάλουμε –μεταφορικά και κυριολεκτικά¬ τα ρούχα μας.
Κοινώς, θα συμφωνήσω.
“Fuck!”
Η πιο τίμια προτροπή.
(Or else we are screwed.)
Ώρες ώρες (εντάξει, συνέχεια), σκέφτομαι, για να καταλάβετε που το πάω, πόσο παγιδευμένη νιώθω στην πιο ασέξουαλ κοινωνία που (εγώ τουλάχιστον) θυμάμαι: που όλοι οι άνθρωποι ξαφνικά περπατάνε πάνω σε ευθείες παράλληλες, φορώντας μάλιστα ποδαράκια γάτας (κάπως πατάω δεν πατάω), αντί να τέμνονται, αντί συγγνώμη κιόλας, να γίνεται όλη μέρα της Αγίας Μπιπ (aka Πουτάνας), οι ευθείες να στροβιλίζονται, να ενώνουν τελείες, να παθαίνουν γλυκιά υπερκόπωση (από έρωτα παράδειγμα, αλλά βασικά από πόθο -να τμηθούν).
Τμήσου μαζί μου, διπλανή ευθεία (μη βαριέσαι).
Γιατί, ξέρεις, κάπου διάβασα ότι μια ευθεία είναι μια τελεία που βγήκε βόλτα. Κι εμάς οι τελείες μας τεμπελιάζουν –γιατί; Εκνευρίζομαι. (Βρε παιδί μου.)
Ένας φίλος (πολύ σέξυ) μου είπε (στην Αθήνα, πριν κάτι μέρες σε μια πλατεία γουατέβερ), να μην είμαι τόσο απόλυτη, κι ότι το ασεξουάλιτυ είναι μάλλον στον μυαλό μου και τι φταίει η μπιμ η κοινωνία που αναγκάστηκε με τα έιτζ και τα λοιπά να βγάλει τα αέρινα καυτά μίνι της και να φορέσει λάτεξ και να ζει ονλάιν. (Κι αυτό σωστό, ευχαριστούμε σέξυ φίλε για το κοντριμπιούσιον, το επιούσιον, απλώς εγώ δεν είμαι κοινωνιολόγος –να πάω να τμηθώ θέλω.)
Οπότε ξαναρχίζω τη γκρίνια.
Χωρίς λαβμέικιν (μεταφορικό ή κυριολεκτικό), νάθινκ.
Νο μαρτίνι, νο πάρτυ.
Κι εμένα ίσως οι γκόμενοι να με απατούν (ας τους ρωτήσουμε, σιγά μην πουν), αλλά η μνήμη μου ποτέ:
Το κάποτέ μας ήταν πιο σέξυ.
Κάποτε(ς) έβλεπες μάτια να σε βλέπουν (όχι απλώς να σε κοιτούν), ένιωθες παλάμες να ιδρώνουν λίτρα, έβλεπες καρδιές να την κάνουν έξω από τα σώματα και να χοροπηδάνε (χαμογελαστές ή έστω χώμα) στα πατώματα, ο κόσμος φλέρταρε τουέντυ φορ σέβεν, μίλαγες με τις φίλες σου πολύ λιγότερο για μανικιούρ και παπούτσια, μύριζε όμορφα, κάπως σέξυ, τα παγκάκια είχαν κάψες, κι όλη η πόλη είχε λουστεί με λορεάλ τεστοστερόνη.
Κάποτες. (Φιλ φρι να βάλετε τον τόνο στο “ο”.)
Θα μου πεις, το λέει και ένα χαριτωμένο τραγούδι που ακούω συχνά: “κάποτε υπήρχε και το δάσος τής πεντέλης κι εσύ κάποτε μου έλεγες πόσο πολύ με θέλεις” –πάμε για άλλα (έστω ασέξουαλ, σαν τοπίο χωρίς δέντρα).
Εν τέλει.
Κάποτε θελόμασταν. Θέλαμε την “άμωμό” μας, μίντιουμ ρέαρ, μη σου πω εντελώς ωμή.
Τώρα απλά το συζητάμε, λες και η Nike δεν είναι σοφή.
Epiphany.
H Nike δεν είχε ποτέ σλόγκαν το “πρώτα φιλοσοφήστε το, μετά τσεκάρετε τους κινδύνους, μετά φτιάξτε μια λίστα με συν και πλην και μετά μάλλον Απλά Κάντε Το ίσως, και πιθανόν, αν προλάβετε, μετά τη δουλειά”.
Αν το κουτάκι που κάνεις τικ είναι το 18-35 πλας, και δείχνεις ασέβεια στις συμβουλές τής Nike, and you don’t just fucking do it, ο Θεός (και η Άμωμος) μαζί σου.
Μιλώντας για Προϊόντα. Αλλά και υπονοώντας και το ίντερνετ (ναι, ΟΚ, άσχετο, αλλά σόρυ, τι κάνεις όλη μέρα μπροστά στην οθόνη;), αλλά και, τέλος πάντων για όλα όσα μας κάνουν αδρανείς, δεν μπορώ παρά να κάνω μια παρενθεση και να πω ότι, πάντως, εντυπωσιάζομαι που δεν έχουν εκμεταλλευτεί ακόμη περισσότερο κάποιοι το μάρκετινγκ για να μας ευνουχίσουν εντελώς (ώστε να μη γυμνάζουμε τις τελείες μας όσο πιο ποτέ πια γίνεται). Το χάμπουργκερ ΜcFuck φερ’ειπείν, σαν πολύ δεν έχει αργήσει; Γιατί δεν λένε αυτό που θέλουν να πουν; Ποιος θέλει σεξ όταν μπορεί να το κάνει μια μπουκιά έτοιμο; Να ένα τίμιο σλόγκαν. (Φάτην Nike.) “Κάντε κοιλιά, όχι έρωτα.”
Εύχομαι κάποιος να έχει βγάλει άκρη για τι μιλάω σήμερα (που αμφιβάλλω) -οι υπόλοιποι να πάτε να.
(Αν κάνετε αυτό θα είναι σαν να με έχετε πιάσει. Που σιγά μην με πιάσετε. Σιγά μην απλώσετε το χέρι σας να μου βάλετε χέρι. Τι σκατά φοβάστε;)
Χτες μπήκαμε στο μετρό, στο ρας άουρ, το βαγόνι χώραγε ογδόντα άτομα, αλλά είχε εκατό. Δεν μπορούσα να αναπνέυσω. Και όλοι ντυμένοι. Τι ατολμία. Αν είναι να στριμωχτούμε, ας το κάνουμε. Εγώ πάντως δεν είχα από τι να κρατηθώ και κρατήθηκα απ' ό,τι βρήκα, που ήταν σαφώς κάτι δερμάτινο, αλλά όχι λουρί τσαντας, αλλά μην φανταστείτε τίποτα κίνκυ, του δημήτρη κάτι ήταν, (εντάξει χέρι ήταν), κι απλά για άλλη μια φορά γελάσαμε σαν τριανταπεντάχρονα κι αρχίσαμε να φανταζόμαστε (κοινότοπο αλλά φαν) τους πάντες γυμνούς -ακόμη κι εκείνη την κυρία την πολύ επιτουσίκ, που είχε να το κάνει χρόνια (γιατί δεν φαινόταν να ήταν της τάξης της -κάτι το τόσο πρωτόγονο, κι ας μπαίνει σε μετρό: είναι τρέντυ το νιουγιόρκις μετρό).
Σπίκινκ οφ τρένο, έστω εντός παρενθέσεως. Αρκετά με τη γκρίνια.
Μια ωραία σκέψη -που αφού την περιμένετε, σας την οφείλω, που, όσο άσχετη κι αν ακουστεί, κάντε την εσείς σχετική.
Τι ωραία να είσαι στο τρένο -κάπου στην εξοχή- μαζί με τον κάποιον σου, και να μην εστιάζει ο ένας στη λίμνη κι ο άλλος στο βουνό στο βάθος, ή ο ένας στο γρασίδι, κι ο άλλος στον ουρανό. Τι ωραία, όχι απλώς να επιβιβάζεσαι στην ίδια κατεύθυνση, αλλά να πηγαίνεις στην ίδια κατεύθυνση κοιτώντας το ίδιο τοπίο.
Τι ωραία να τέμνεσαι.
ΥΓ1
Αν σας ενόχλησε στο στομάχι η ελαφρώς αιρετική αρχή, προτείνω εσείς, για να ξορκίσετε το σημερινό ανάγνωσμα, να περιοριστείτε στο Ιεραποστολικό. Του μπι όνεστ, άι πέρσοναλι λάβ ιτ. Άσε που έχει και το πιο κίνκυ όνομα.
ΥΓ2
Τον φίλο μου τον Δημήτρη τον κόλλησα. (Ευτυχώς ποτέ δεν φοράει λάτεξ στα αυτιά του). Τον “ντοτκομισμό” μου, εννοώ: τη συνήθεια να δίνω έμφαση σε κάτι προσθέτωντας τη φράση “ντοτ κομ” στο τέλος, παράδειγμα “γκόμενος ντοτ κομ”, (ένας που πέρασε κάποια στιγμή από μπροστά μας), “ασεξουάλιτυ ντοτ κομ” (ανάλαφρο κοινωνιολογικό σχόλιο) -και λοιπά. Τον κόλλησα και με ξεπέρασε (“εξέλιξη αστείου ντοτ κομ”). Τώρα, ό,τι είναι εξωφρενικό, εξευτελίστικα προφανές, ή έντονο, αναβαθμίστηκε: σε “ντοτ οργκ” ή “ντοτ νετ”. (Παράδειγμα, “πεινάω ντοτ νετ”, και τυχαίνει –πραγματικό περιστατικό- να λατρεύω τις φακές; Δεν έχω παρά να πάω να μαγειρέψω –γιατί αν είναι να γεννήσεις ανθρώπους, ιδέες, κείμενα, μέλλον, μεσίες, κλπ, άσε τον κρίνο ντοτ κομ σλας μπούλσιτ κάτω, πάρε τα πόδια σου, βγάλε τα πατουσάκια γάτας και άρχισε να (τα) μαγειρεύεις (όλα).
ΥΓ3
Όποιος πεινάει και θέλει “φακές ντοτ οργκ” (aka fuck ess dot org), τις πετυχαίνω πάντα.
(Κάνω καλό τραπέζι ίσως -όποιος το ξερει ας το μαρτυρήσει, όποιος δεν το ξέρει έχει αργήσει.)
ΥΓ4
Χαμόγελο καλλιστείων.
Εσσ.-
15 Σεπ 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
2 σχόλια:
Just write it, doll.
'Κάποτε(ς) έβλεπες μάτια να σε βλέπουν (όχι απλώς να σε κοιτούν), ένιωθες παλάμες να ιδρώνουν λίτρα, έβλεπες καρδιές να την κάνουν έξω από τα σώματα και να χοροπηδάνε ....... κι όλη η πόλη είχε λουστεί με λορεάλ τεστοστερόνη.'
Και όμως συνέβη, όχι κάποτε(ς), πριν από λίγες ημέρες, δεν έτρωγα φακές, αλλά με κοίταζε έτσι από απέναντι, που δεν θυμάμαι πια τι έτρωγα. Και είχε (αόριστος)και συνέχεια, δεν ξέρω αν θα έχει (μέλλοντας) συνέχεια, αλλά και αυτοτελές να ήταν, δεν πειράζει, γιατί δεν ήταν σαν φακές, ήταν σαν το cheesecake σου.
Σόου, κιπ γιορ φέιθ το δι εντ, όπως θα έλεγες κι εσύ.
Επίσης, καμ μπακ σουν.
Δημοσίευση σχολίου